Tο ξεκίνημα του Τζόλη στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι μία απ’ τις πιο θεαματικές ιστορίες που θυμάμαι τα τελευταία χρόνια. Δεν ξέρω πόσοι το θυμόσαστε, αλλά ο Τζόλης κάνει ντεμπούτο στα πλέι οφ της Super League 1 τη χρονιά της μεγάλης αναστάτωσης που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός. Σκοράρει στο δεύτερο μόλις ματς που έχει πάρει χρόνο συμμετοχής: σε ένα ματς του ΠΑΟΚ με τον ΟΦΗ, ο «Δικέφαλος» χάνει 0-1 στο ημίχρονο, ο μικρός περνά στη θέση του Λάμπρου και ισοφαρίζει – είναι-δεν είναι 18 χρονών. Στο τέλος εκείνου του καλοκαιριού, στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ, κερδίζει μόνος του την Μπεσίκτας (δύο γκολ και μία ασίστ στον Πέλκα) και κάνει ένα καταπληκτικό ματς με την Μπενφίκα. Εναν χρόνο μετά, δεν έχει γίνει ακόμα είκοσι χρονών και νομίζεις ότι παίζει στον ΠΑΟΚ μία δεκαετία: έχει βάλει 7 γκολ στο πρωτάθλημα, τρία στο Γιουρόπα Λιγκ, έχει κληθεί στην Εθνική κι έχει κερδίσει με τον ΠΑΟΚ το Κύπελλο Ελλάδας ως πρωταγωνιστής. Καταλήγει στη Νόριτς και την Πρέμιερ Λιγκ.
Βιάστηκε
Η ιστορία μαρτυρά πως βιάστηκε να φύγει. Δεν είναι έτοιμος γι’ αυτό το πρωτάθλημα, εμφανίζεται σε μόλις 14 παιχνίδια, εκ των οποίων μόλις σε δύο ως βασικός. Υποφέρει στην πρώτη του χρονιά μακριά απ’ την Ελλάδα, κρατά μόνο το γεγονός ότι σκόραρε δύο φορές κόντρα στην Μπρέντφορντ, σε ένα ματς του Λιγκ καπ. Αλλά αυτό δεν φτάνει. Κι αρχίζει η Οδύσσεια των δανεισμών του.
Δανεικός
Το να δοθεί δανεικός ένας παίκτης δεν είναι κακό: το να δοθεί δανεικός διότι οι άνθρωποι της ομάδας που τον δανείζουν δεν τον πιστεύουν μπορεί να είναι τεράστιο πρόβλημα. Για τις αγγλικές ομάδες, ακόμα και για τη Νόριτς, το να ξοδέψουν 15 εκατ. για να ποντάρουν σε έναν πιτσιρικά δεν σημαίνει τίποτα – αλλά ο πιτσιρικάς έχει επενδύσει σε όνειρα. Ο Τζόλης καταλήγει στην Τβέντε, που μοιάζει ιδανική ομάδα γι’ αυτόν και ξεκινά με δύο γκολ στα προκριματικά του Κόνφερενς Λιγκ κόντρα στη γνωστή μας Τσουκαρίτσκι, αλλά αν τα πράγματα είναι να πάνε στραβά, θα στραβώσουν όσο δεν γίνεται. Τον Οκτώβριο, σε ένα ματς με τη Φέγενορντ, παθαίνει ρήξη έξω πλαγίου και τον Ιανουάριο επιστρέφει στη Νόριτς, που αγωνίζεται πια στην Τσάμπιονσιπ. Αυτός ελπίζει πως μπορεί να βρει τη φόρμα του και να τη βοηθήσει, αλλά για τους Αγγλους μοιάζει ένα χαμένο στοίχημα. Η στατιστική λέει πως θα αγωνιστεί σε 13 ματς – λέει ως συνήθως ψέματα. Ο Τζόλης ξεκινά βασικός μόλις σε δύο, σκοράρει μία φορά κι αμφιβάλλω αν κάποιος απ’ τους υπευθύνους των Εθνικών ομάδων ασχολείται μαζί του -έχει ακόμα δικαίωμα συμμετοχής και στην Ελπίδων. Το καλοκαίρι ακολουθεί δεύτερος δανεισμός: θα πειστεί να του δώσει μία ευκαιρία η Φορτούνα Ντίσελντορφ. Η Β’ Εθνική της Γερμανίας, όταν έχεις παίξει στην Πρέμιερ Λιγκ κι είσαι 21 ετών, μπορεί να είναι και λόγος κατάθλιψης. Αλλά Φορτούνα θα πει τύχη. Ο Τζόλης ανήκει σ’ αυτούς που έχουν γεννηθεί κάτω από ένα τυχερό αστέρι. Κι αυτό δεν θα τον εγκαταλείψει ποτέ. Στο πρώτο ματς παίζει λίγο: η Φορτούνα θα χάσει από την Πάντερμπορν με 1-2. Στο δεύτερο ματς, όμως, θα του χρειαστούν μόλις 22 λεπτά για να βάλει στην Ελφερσμπεργκ δύο γκολ. Αυτά θα του εξασφαλίσουν θέση στη βασική ενδεκάδα της ομάδας: την τιμά σκοράροντας ακατάπαυστα – 22 γκολ σε 30 ματς είναι επίδοση καταπληκτική. Κλείνει τη σεζόν με τρία γκολ στο ματς με το Μαγδεμβούργο, τον έχει ξαναθυμηθεί ο Πογέτ κι η Φορτούνα -που τον έχει αποκτήσει απ’ τη Νόριτς τον Ιανουάριο- τον πουλάει στην Μπριζ και κάνει την τύχη της. Τα άλλα τα ξέρετε.
Αν δεν…
Πάντα σκεφτόμουν τι θα είχε γίνει αν είχε μείνει στον πάγκο κι αν δεν είχε βιαστεί να φύγει για την Πρέμιερ Λιγκ. Πιθανότατα δεν θα είχε τραυματιστεί. Σίγουρα δεν θα είχε δύο εντελώς πεταμένες σεζόν. Θα ήταν σημαντικός παίκτης της Εθνικής καιρό τώρα. Ισως η Εθνική μας, χάρη στην παρουσία του στην ενδεκάδα της, να είχε προκριθεί στα τελικά του Euro, ίσως και όχι. Σίγουρα στα 22 του δεν θα είχε παίξει σε πέντε πρωταθλήματα, σίγουρα δεν θα είχε γνωρίσει τόσες δοκιμασίες. Μέχρι τώρα ό,τι στην αρχή υπήρξε εύκολο, έγινε στην πορεία δύσκολο. Αν στην περίπτωσή του ισχύει το «κάθε εμπόδιο για καλό», με τόσα εμπόδια που έχει περάσει ποιος τον πιάνει.
.
.
.
πηγή: sportday.gr